Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Άγιος Βασίλης των παιδικών μου χρόνων

 


Γράφει η Δήμητρα Λογγίνου

     Με τον Άγιο Βασίλη είχα πάντα μια ιδιαίτερη σχέση. Ως παιδί δεν αμφέβαλα ποτέ ούτε για μια στιγμή για την ύπαρξή του. Ούτε ακόμη κι όταν οι γονείς μου μού αποκάλυψαν το μυστικό της οντότητάς του που γκρέμισε στα μάτια μου την εικόνα με την οποία αντιλαμβάνονταν η μητέρα και ο πατέρας μου την υπόστασή του. Για μένα ήταν πάντα αυτό που έλεγε η προγιαγιά μου: «Ένας Άγιος που για βοηθούς έχει τους γονείς σου». Ήξερα λοιπόν πώς ο Άγιος μεριμνά ώστε κάθε χρόνο -τέτοια εποχή- να έχουμε καλούδια και να είμαστε όλοι μαζί γύρω από το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

 Έτσι, έπαιρνα το θάρρος να του ζητήσω «περίεργα δώρα». Δεν μου άρεσε να ζητώ από τον Άγιο Βασίλη συνηθισμένα πράγματα. Χωρίς να ξέρω τότε λεπτομέρειες για τον βίο του, ένιωθα – σαν από ένστικτο- ότι ήταν σπάνιος και μοναδικός και ήθελα να μου φέρνει σπάνια και μοναδικά δώρα. Δώρα που τα άλλα παιδιά δεν θα του ζητούσαν ή πολύ περισσότερο δεν θα φαντάζονταν καν να του τα ζητήσουν.

Το πρώτο «περίεργο δώρο» ήρθε όταν ήμουν στη Δευτέρα Δημοτικού, όταν ένα απόγευμα η μητέρα μου μού έκανε την κλασική ερώτηση: « Τι θα ήθελες να σου φέρει ο Άγιος Βασίλης;» «Βιβλία» της απάντησα. « Κανονικά βιβλία, μόνο με γράμματα». Κάπως έτσι, απέχτησα το πρώτο μου βιβλίο για τους μύθους του Αισώπου που δεν επιβίωσε στον χρόνο και το πρώτο μου βιβλίο για την Ελληνική Μυθολογία, γραμμένα σε πολυτονική γραφή, χωρίς εικόνες παρά μόνο με κάποια σκίτσα διάσπαρτα ανάμεσα στις σελίδες. Νιώθω ευλογημένη που έχω ακόμη στη βιβλιοθήκη μου αυτό το Αγιοβασιλιάτικο βιβλίο της Ελληνικής μυθολογίας, μολονότι δεν έχει πια εξώφυλλο ή οπισθόφυλλο και στην πρώτη και την τελευταία του σελίδα υπάρχει ανεξίτηλο το καλλιτεχνικό αποτύπωμα της παιδικής μου ηλικίας.

Το δεύτερο «περίεργο δώρο» ήρθε έναν χρόνο αργότερα. Ζήτησα από τον Άγιο ένα κουκλοθέατρο και κουκλίτσες για να πλάθω και να παίζω ιστορίες. Τι ήταν να το δει η ξαδέρφη μου; Μούτρωσε που είχα εγώ τέτοιο δώρο κι εκείνη όχι! « Θέλω κι εγώ κουκλοθέατρο!», είπε σχηματίζοντας μια γκρινιάρικη γκριμάτσα στο πρόσωπό της. « Έλα, Τέτα, θα το έχουμε μαζί να παίζουμε ιστορίες».

Πραγματικά, το κουκλοθέατρο έγινε από « δικό μου», « δικό μας». Είχαμε συμφωνήσει να παίζουμε τις ιστορίες εναλλάξ. Ιστορίες βγαλμένες πότε από τα παραμύθια πότε από το μυαλό μας. Δεν σταματήσαμε όμως εκεί. Σιγά σιγά άρχισε να μην μας ικανοποιεί μόνο η απλή αφήγηση και θέλαμε να καινοτομήσουμε στην παρουσίαση. Σκέφτηκα τότε να αξιοποιήσω ένα μουσικό αγγελάκι που είχε η μαμά ως διακοσμητικό στο σύνθετο. Το πήρα και το έβαλα ως μουσική υπόκρουση την ώρα της διήγησης των ιστοριών. Φυσικά η ξαδέρφη μου υιοθέτησε αμέσως την ιδέα και έπαιξε κι αυτή τη δική της ιστορία με αυτόν τον τρόπο. Μετά θέλησα να αλλάξω το σκηνικό. Πήρα λοιπόν, ένα κόκκινο σάλι που είχα από τη γιαγιά μου και το έβαλα ως φόντο στο κουκλοθέατρο για να αλλάξω τις κλασικές κουρτίνες και να δώσω βάθος στη σκηνή. Εννοείται πώς η Τέτα το βρήκε συναρπαστικό και το αξιοποίησε και η ίδια.

Θα μπορούσα να γράφω με τις ώρες για τα τεχνάσματα και τις  παραστάσεις που κάναμε με το κουκλοθέατρο που στο τέλος, από το πολύ παιχνίδι, χάλασε κι πλέον σήμερα μου έχουν μείνει μόνο οι τέσσερις γαντόκουκλες, όμως δεν θέλω να σας κουράσω με τις φλυαρίες μου. Κοντεύει άλλωστε παραμονή Πρωτοχρονιάς και ο καθένας ζει το δικό του προσωπικό, μοναδικό και ξεχωριστό παραμύθι. Σας εύχομαι: «Καλή Χρονιά με υγεία» και ο Άγιος Βασίλης να φέρει σε όλους σας αυτό το μοναδικό και σπάνιο που ποθεί η ψυχή σας.

Χρόνια Πολλά!